Όπως συνήθως συμβαίνει στην Ελλάδα, τα ζητήματα που προκύπτουν τα προσεγγίζουμε πρώτα με υπερβολές και κραυγές και έπειτα με ψυχραιμία και λογική (και αυτό όχι πάντα). Εδώ προσπαθώ να κωδικοποιήσω λίγο το θέμα.
Γιατί χρειαζόμαστε στρατό
Το πρώτο που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ ισχυρό στρατό. Ο στρατός είναι το σημαντικότερο διπλωματικό χαρτί ενός κράτους. Τον χρειαζόμαστε όχι για να πολεμήσουμε με αυτόν, αλλά για να τον χρησιμοποιήσουμε αποτρεπτικά ώστε και τη μάχη να αποφύγουμε και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα να διατηρήσουμε σε γη, ουρανό και θάλασσα. Αφού βέβαια συμφωνήσουμε ότι όλα αυτά έχουν σύνορα...
Να καταργηθεί η θητεία;
Η συζήτηση για ενδεχόμενη κατάργηση της στρατιωτικής θητείας και αντικατάστασή της με έναν «μικρό και ευέλικτο» επαγγελματικό στρατό, θα είχε ενδιαφέρον να γίνει στο Βέλγιο ή το Λουξεμβούργο. Όταν συνορεύεις με την Ολλανδία ή τη Γαλλία, ο στρατός σίγουρα μοιάζει λιγότερο αναγκαίος. Ακόμα και εκεί βέβαια, μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι τα πράγματα έχουν γίνει λίγο πιο περίπλοκα.
Όταν όμως συνορεύεις με την Τουρκία, είναι μάλλον αφέλεια να πιστεύεις το ίδιο. Είσαι δε διπλά αφελής, αν πιστεύεις ότι η τουρκική επιθετικότητα θα αναχαιτιστεί από τους διεθνείς οργανισμούς, τα διεθνή δικαστήρια και την Ευρωπαϊκή Ένωση -τουλάχιστον με την παρούσα μορφή της. Δεν μπορούν να το κάνουν.
Έχουν σίγουρα ενδιαφέρον οι αντιμιλιταριστικές απόψεις, αλλά δυστυχώς είναι ανεδαφικές στην σημερινή πραγματικότητα. Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια άλλων χωρών. Μάλλον για αύξηση του χρόνου της στρατιωτικής θητείας πρέπει να μιλάμε και όχι για κατάργηση.
Έχουμε τον στρατό που χρειαζόμαστε;
Για να έχουμε λοιπόν, έναν αποτελεσματικό στρατό, αναγκαίο για την υπεράσπιση τουν εθνικού συμφέροντος, πρέπει να συνυπάρχουν τρεις -κυρίως- προϋποθέσεις. Ικανός αριθμός στρατεύσιμων, σύγχρονος πολεμικός εξοπλισμός και καλή οργάνωση και εκπαίδευση.
Τι από αυτά έχουμε στην Ελλάδα και κυρίως, τι έχουμε σε σύγκριση με την Τουρκία που είναι ο βασικός μας αντίπαλος και η μόνη χώρα με την οποία ενδέχεται να εμπλακούμε στρατιωτικά στο ορατό μέλλον;
Ας δούμε λίγους αριθμούς:
Το 1975, ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν 9 εκ έναντι 49 εκ της Τουρκίας. Το 2015 είναι 11 εκ έναντι 80 εκ.
Το 1994 το ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν 117 δις $ έναντι 130 δις $ της Τουρκίας. Το 2013 ήταν 242 δις $ έναντι 822 δις $.
Ο στρατός της Ελλάδας τώρα αποτελείται από 145.000 άντρες έναντι 520.000 της Τουρκίας.
Οι πληθυσμιακοί και οικονομικοί όροι λοιπόν, έναντι του κύριου γεωπολιτικού μας αντιπάλου έχουν μεταβληθεί ανησυχητικά τις τελευταίες δεκαετίες, εις βάρος της Ελλάδας. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε αρκετούς στρατιώτες, δεν έχουμε επαρκή στρατιωτικό εξοπλισμό, ενώ η εκπαίδευση που παρέχουμε στους στρατεύσιμους θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερή. (Ειδικά αυτό το τελευταίο, είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση, για άλλο άρθρο). Η κατάσταση δε, προβλέπεται να επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο τις επόμενες δεκαετίες.
Αυτή η ανατροπή ισχύος γίνεται ήδη αισθητή σε στρατιωτικό σε διπλωματικό επίπεδο. Η Τουρκία έχει πολλαπλασιάσει τις παραβιάσεις στο Αιγαίο, ενώ προβάλει συνεχώς νέες διεκδικήσεις. Παρακαλώ πριν υποτιμήσετε την απειλή, θυμηθείτε ότι η Τουρκία έχει εισβάλει -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- σε τρεις γειτονικές της χώρες (Κύπρος, Συρία, Ιράκ) τις τελευταίες δεκαετίες.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο και με δεδομένη τη συνεχιζόμενη οικονομική μας αδυναμία, βραχυπρόθεσμα έχουμε μόνο μία επιλογή. Να επιδιώξουμε την ενίσχυση των κοινών ευρωπαϊκών θεσμών. Η καλύτερη ασπίδα μας απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα, θα είναι μια Ευρώπη με κοινά εξωτερικά σύνορα και κοινό στρατό που θα τα φρουρεί. Αναπάντεχα, η συγκυρία είναι «ευνοϊκή» για αυτό.
Μετά τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις και τη προσφυγική κρίση, οι ευρωπαίοι κατανόησαν για πρώτη φορά ίσως, ότι η κατάργηση των εσωτερικών συνόρων, προϋποθέτει αποτελεσματικό έλεγχο των εξωτερικών! Η Ευρώπη λοιπόν αναγκάζεται πλέον να αποφασίσει αν θα αρχίσει να αποδομεί ότι με κόπο χτίζει για δεκαετίες ή αν θα ενισχύσει ακόμα πιο πολύ τους θεσμούς της. Για την ώρα και παρά τις αντίρροπες δυνάμεις σε κάποιες χώρες (Πολωνία, Ουγγαρία, Ελλάδα), η Ευρώπη προχωρά προς την ενοποίηση της.
Πρέπει να πάνε οι γυναίκες στο στρατό;
Μπορούμε είτε να προσεγγίσουμε με ιδεολογικούς όρους το ζήτημα και να απορρίψουμε συλλήβδην το ενδεχόμενο, είτε να επιδείξουμε ρεαλισμό και να εξετάσουμε αν υπάρχουν πρακτικές ανάγκες, που -αργά ή γρήγορα- θα μας υπαγορεύσουν μια τέτοια επιλογή. Η τουλάχιστον θα μας υποχρεώσουν να κάνουμε τη συζήτηση....
Τα δημογραφικά και οικονομικά δεδομένα δείχνουν ότι η Ελλάδα γερνάει και μικραίνει. Αντίθετα η Τουρκία μεγαλώνει. Μεγαλώνει πολύ. Σύντομα θα βρεθούμε στην θέση που βρίσκεται το Ισραήλ για δεκαετίες. Αντιμέτωποι με πολλαπλάσιες δυνάμεις.
Αν η Ευρώπη αργήσει, ή -όπως συμβαίνει συχνά- κάνει μόνο τα μισά βήματα από όσα απαιτούνται, η Ελλάδα θα βρεθεί σε δυσχερή θέση και όλες οι εναλλακτικές θα βρεθούν πάνω στο τραπέζι. Η αύξηση του χρόνου θητείας των ανδρών, είναι αμφίβολο αν θα επαρκεί και η -εθελοντική- στράτευση των γυναικών θα μπορούσε να δώσει λύσεις.
Δεν θα είναι επιλογή μας, αλλά κάτι που θα μας αναγκάσει η συγκυρία να σκεφτούμε. Συγκυρία που δεν βρίσκεται πολύ μακριά και οπωσδήποτε μέσα στην επόμενη δεκαετία. Το πως ακριβώς μπορεί να γίνει αυτό με την μικρότερη δυνατή αναταραχή και ανατροπή στις ζωές μας, θα το κουβεντιάζουμε τότε, με μεγαλύτερη -ελπίζω- νηφαλιότητα και σοφία.